Ο Δημήτρης Δελαρούδης γράφει Λογοτεχνία του Παράξενου εδώ και είκοσι πέντε χρόνια. Είναι ο συγγραφέας των βιβλίων: «Ο Στοιχειωτής» (μυθιστόρημα, 2023), «Ζωντανός Πυρσός» (διηγήματα, 2021), «Το Μυστικό Άστρο» (νουβέλα, 2020), και «Ο Ιός της Βαβέλ» (διηγήματα, 2017).
Μέχρι σήμερα, διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε συλλογικά βιβλία του Φανταστικού και του Μυστηρίου όπως: «Αντίστροφη Μέτρηση», «Παύση», «29 Κατασκευαστές Διηγημάτων Συνιστούν», «Απειλητική Νύμφη - (Θεσσαλονίκη Νουάρ #2)», «Το Έπος της Φαντασίας (Ι & II)», «Βρόχος», «And they lived happily ever after?», «There Once Was a Myth», «Ιστορίες του ΦantastiCon», «Ανάτυπο - Διαγωνισμός Sci-Fi-1», «Pandemia», «Στα Σύνορα του Τρόμου», «Κλειστοί Χώροι», «Κιλκίς: Ιστορίες του Τόπου μας». Ιστορίες του έχουν φιλοξενηθεί σε περιοδικά της Φανταστικής Λογοτεχνίας («Αλλόκοσμες Ιστορίες», «Οι Δραματουργοί των Γιανν», «ΕΦ-ΖΙΝ», «Συμπαντικές Διαδρομές») και σε ιστοσελίδες (ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.Κ., LC DLVI, κ.α.).
Έχει συνεργαστεί με τις εκδόσεις Αρχέτυπο στο συλλογικό βιβλίο «Φανταστικοί Κόσμοι» και αρθρογραφήσει ενίοτε στο περιοδικό Strange. Υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ελληνικής Λέσχης του Φανταστικού (ΕΛΦ) που συστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1995.
Βραβεύτηκε με:
Α' Βραβείο Graham Still το 2001,
Α' Βραβείο στο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Resurrection» (Φεστιβάλ Fantasmagoria, 2018),
Α' Βραβείο ΦantastiWords (ΦantastiCon, 2015).
Δύο βιβλία του τιμήθηκαν με το βραβείο Everlies του Fantasy Festival: «2ο Καλύτερο Βιβλίο Τρόμου 2020» για το βιβλίο «Το Μυστικό Άστρο» και «3ο Καλύτερο Βιβλίο Τρόμου 2021» για το βιβλίο «Ζωντανός Πυρσός».
Γεννήθηκε το 1972 και ζει στη Θεσσαλονίκη με τη σύζυγο και την κόρη του. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Εμπορίας και Διαφήμισης του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, αλλά δεν ασχολήθηκε ποτέ με το συγκεκριμένο αντικείμενο, γιατί τον κέρδισε ο κόσμος της πληροφορικής.
Έχω τη χαρά να φιλοξενώ στο ιστολόγιό μου, το συγγραφέα Δημήτρη Δελαρούδη και το βιβλίο του, με τίτλο «Ο Στοιχειωτής» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πηγή.
Δημήτρη, θα ήθελα να σε καλωσορίσω στο ιστολόγιό μου. Ας ξεκινήσουμε!
1.Τι σημαίνει για εσένα η «συγγραφή» και πότε ξεκίνησες να γράφεις;
Καλώς σας βρήκα και ευχαριστώ για το ενδιαφέρον! Η συγγραφή είναι μια από τις πολλές συχνότητες δόνησης του ανθρώπινου εγκέφαλου. Είναι μια γλυκιά εμμονή που μπορεί πολλές φορές να εξελιχθεί παθολογικά καταστροφική ή αντίθετα, πολύ δημιουργικά, σε σημείο να οδηγήσει κάποιον στον αποκλειστικό βιοπορισμό από αυτή. Η συγγραφή είναι ένα καθοδηγούμενο όνειρο που πλάθεις όταν είσαι ξυπνητός και συνεχίζει να πλάθεται από το υποσυνείδητό σου. Είναι η καθημερινή εκμάθηση πτήσης, γιατί ποτέ δεν είσαι σίγουρος ότι έχεις μάθει να πετάς χωρίς φόβο και αναστολές. Είναι απελευθέρωση, τοκετός του μυαλού, ψυχοθεραπεία, αυτοσυγκέντρωση, εσωτερική αναζήτηση και εξομολόγηση.
Άρχισα να γράφω δειλά-δειλά στην τρίτη λυκείου. Μη φανταστείς πολλά. Δύο ή τρία μικρά διηγήματα το χρόνο. Το καθημερινό γράψιμο άρχισε ουσιαστικά τον Ιούλιο του 1996. Προέκυψαν αρκετά διηγήματα, όπως και πολυάριθμες ημιτελείς ιστορίες και μυθιστορήματα που περιμένουν ακόμη στον σκληρό μου δίσκο (δεν τα έχω σβήσει γιατί πολλές φορές, αντλώ ιδέες από αυτά). Ακολούθησε ένα μεγάλο διάστημα αποχής από το γράψιμο (2005-2015 περίπου) στο οποίο ασχολήθηκα με τη ζωγραφική και τη γυμναστική. Τέλος, αποφάσισα να εκδώσω διηγήματα για πρώτη φορά το 2017 (συλλογή: Ο Ιός της Βαβέλ).
2.Θέλεις να μας δώσεις μια μικρή γεύση για την ιστορία που εκτυλίσσεται στο βιβλίο σου, με τίτλο «Ο Στοιχειωτής»;
Βρισκόμαστε στη Θεσσαλονίκη του 2018. Έπειτα από έναν εκκωφαντικό τριγμό στον νυχτερινό ουρανό της πόλης, μια παράξενη σκοτεινιά αρχίζει να σκεπάζει τις γειτονιές σαν έρπουσα ομίχλη, καθώς ακατανόητα, λευκά σχήματα εμφανίζονται σε δεκάδες σημεία του αστικού ιστού. Οι δύο από τους κεντρικούς ήρωες του βιβλίου, η Άρτεμη και ο Νάσος, θα ξετυλίξουν το κουβάρι του μυστηρίου τη στιγμή που γύρω τους διάφορα μνημεία και κτήρια αρχίζουν να συμπεριφέρονται αλλόκοτα και ανυποψίαστοι πολίτες οδηγούνται στην τρέλα και τον θάνατο. Ταυτόχρονα, μια ακόμα ηρωίδα, η Ζωή, θα κάνει τα πάντα για να βρει τον χαμένο της πατέρα και να ξεκλειδώσει τα μυστικά της εικοσαετούς εξαφάνισής του. Οι τρεις τους θα παλέψουν μέχρις εσχάτων ενάντια στις παραστοιχειακές οντότητες και το σκοτάδι που απειλεί να καταστρέψει την πόλη τους, θα δοκιμάσουν τα όρια της αγάπης, της φιλίας και της θυσίας, και θα έρθουν αντιμέτωποι με τη βαναυσότητα της ανθρώπινης φύσης, συνειδητοποιώντας ότι ο μέγιστος αντίπαλος είναι ο ίδιος τους ο εαυτός.
3.Τι στάθηκε αφορμή για να γράψεις το συγκεκριμένο μυθιστόρημα;
Η ιδέα του «Στοιχειωτή» σφηνώθηκε στο κεφάλι μου το 2016, όταν θέλησα να ξαναγράψω μια παλιότερη ιδέα, σχετικά με μια νοητική πόλη στην οποία υπήρχε πρόσβαση μόνο μέσω των ονείρων. Επιπλέον, η ιδέα της καταπιεστικής και αγχωτικής καθημερινότητας της Θεσσαλονίκης, όπου ζω, η έννοια της «Μεγαπολεομαντείας» και των «παραδιανοητικών οντοτήτων» που αναφέρει ο Φριτς Λάιμπερ στο βιβλίο του «Η Κυρά του Σκοταδιού», η απεριόριστη αγάπη μου για τα γραπτά του Κλαρκ Άστον Σμιθ και τις χιλιάδες επιστολές του Χ.Φ. Λάβκραφτ, γέννησαν κάτι διαφορετικό στο μυαλό μου. Κάτι εντελώς σύγχρονο, που συμβαδίζει με τη γεμάτη ζόφο εποχή μας. Βλέπετε, ήμουν, κατά κάποιο τρόπο, «μεγαπολεομάντης» από την εφηβεία μου. Όταν περιπλανιόμουν άσκοπα σε διαφορετικές περιοχές μιας πόλης και διέσχιζα συγκεκριμένα σημεία και δρόμους, διαισθανόμουν παράξενα πράγματα, που δεν μπορούσα να περιγράψω με σαφήνεια. Επρόκειτο για μυστηριώδη, γοητευτικά και άκρως ποιητικά συναισθήματα για τα οποία καιγόμουν να εκφραστώ. Ο «Στοιχειωτής» αποτέλεσε τη λύτρωση και την εκτόνωση όλων αυτών των ιδεών που μετέφερα μέσα μου για δεκαετίες.
Θεωρώ ότι το βιβλίο ανήκει σε μια νεομπίτ φιλοσοφία, όπου οι χαρακτήρες, σε αντίθεση με την αμερικάνικη μπιτ γενιά του ’50, δεν εκφράζουν την αποξένωσή τους από τη συμβατική κοινωνία και την άρνηση συμμετοχής σ’ αυτήν, λόγω της διαμαρτυρίας τους προς τον λογοτεχνικό φορμαλισμό, τον καπιταλισμό και τον υλισμό, αλλά αντίθετα, εκφράζουν την τάση της απόδρασης από την πόλη, η οποία ενσαρκώνει σε μείζονα βαθμό όλα τα παραπάνω. Στην πραγματικότητα, η πόλη στο μυθιστόρημά μου, δεν καταρρέει λόγω κάποιου παραφυσικού παράγοντα, όπως φαίνεται εκ πρώτης όψεως, αλλά λόγω της σύμφυτης σαθρότητάς της και της αναπόφευκτης παρακμής αξιών και ηθών που, όχι μόνο έχουν εγκλωβιστεί στα δίχτυα τις μικροπρέπειας και του υλισμού, αλλά έχουν επαυξηθεί από την οικονομική κρίση και το ψυχικό τέλμα που δημιουργεί η καταχρηστική χρήση των κοινωνικών δικτύων.
4.Ποιος είναι ο αγαπημένος σου χαρακτήρας; Θα μπορούσες να μας πεις λίγα λόγια για αυτόν;
Από τους επτά κεντρικούς χαρακτήρες του βιβλίου, η αγαπημένη μου ηρωίδα είναι η Άρτεμη. Το βιβλίο, στην ουσία, βασίστηκε επάνω της. Είναι μια αστική πολεμίστρια που προσπαθεί να επιβιώσει με κάθε τρόπο στη μεγαλούπολη. Δεν διατηρεί καλές σχέσεις με την οικογένειά της και γενικότερα, εμπιστεύεται δύσκολα τους ανθρώπους. Παρά το νεαρό της ηλικίας της, ασπάζεται την old school φιλοσοφία. Ακούει παλιό, κλασικό μέταλ και γουστάρει τις μπύρες Weiss. Αντιμετωπίζει όλα τα προβλήματα των νέων μετά την οικονομική κρίση και βιοπορίζεται ως δασκάλα γιόγκα, αλλά το πάθος της είναι το κυνήγι των παράξενων γκράφιτι, τα οποία φωτογραφίζει τις νύχτες με το κινητό της. Από την πλευρά μου, έπρεπε να φανώ πειστικός στα γραφόμενά μου και υποχρεωτικά έκανα ό,τι ακριβώς την έβαλα να κάνει κι εκείνη στο βιβλίο. Άρχισα να περιηγούμαι δηλαδή τις νύχτες στα στενά της Θεσσαλονίκης, επιλέγοντας κάθε φορά άγνωστες περιοχές, έχοντας ως κίνητρο να φωτογραφίσω με το κινητό ό,τι μου φαινόταν αρκετά παράξενο.
5.Υπάρχει συγκεκριμένη ώρα που σε επισκέπτεται η Μούσα της Έμπνευσης;
Όταν άρχισα να γράφω, τη δεκαετία του ’90, πίστευα πως η κατάλληλη ώρα ήταν βαθιά μέσα στη νύχτα, παρέα με ένα ουίσκι και κλασσική μουσική στα ηχεία. Τώρα έχω αναθεωρήσει. Η έμπνευση σε βρίσκει γράφοντας, οποιαδήποτε ώρα, αλλά κυρίως, μόλις ξυπνήσεις το πρωί, αφού το υποσυνείδητό σου έχει επεξεργαστεί τα συγγραφικά προβλήματα που του έχεις θέσει από την προηγούμενη μέρα.
6.Πώς αισθάνεσαι όταν γράφεις τη λέξη «Τέλος» στο βιβλίο σου;
Δεν γράφω ποτέ τη λέξη «τέλος» στα βιβλία μου. Αυτό πιστεύω ότι είναι μια αυταπάτη ή ένα κινηματογραφικό κλισέ. Στην ουσία, δεν είναι δυνατό να μπει η λέξη «τέλος», αν το βιβλίο δεν διαβαστεί και ξαναδιαβαστεί από δύο ή τρεις μπέτα ρήντερς, τον επιμελητή που έχεις επιλέξει ο ίδιος ή τον επιμελητή του εκδοτικού ή τον ίδιο τον εκδότη. Η μόνη χρονική στιγμή που μπορεί να γραφτεί η λέξη «τέλος» είναι λίγο πριν το βιβλίο προωθηθεί στο τυπογραφείο.
7.Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που διάβασες;
Αν θυμάμαι καλά, η Οδύσσεια, διασκευασμένη για παιδιά.
8.Πες μου κάτι που δεν γνωρίζουν οι αναγνώστες για εσένα.
Το πώς συμπεριφέρομαι στο οικογενειακό μου περιβάλλον, τον τρόπο που βουρτσίζω τα δόντια μου, το ότι πιάνουν τα χέρια μου στις δουλειές του σπιτιού, το ότι είμαι αγχώδης και αναβλητικός.
9.Ποιος είναι ο μεγαλύτερός σου φόβος;
Να βασανιστώ σωματικά για καιρό πριν επέλθει ο θάνατος και ταλαιπωρηθεί εξαιτίας μου η οικογένειά μου.
10.Με ποιον τρόπο μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί σου οι αναγνώστες;
Μόνο μέσω του Facebook.
11.Ένα μήνυμα που θα ήθελες να στείλεις στους αναγνώστες…
Να διαβάζουν όσο μπορούν περισσότερο, τόσο Έλληνες, όσο και ξένους συγγραφείς, ανεξαρτήτως της χρονολογίας έκδοσης των βιβλίων, γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι η κατανόηση του κόσμου μας, ορατού και αόρατου, βρίσκεται κρυπτογραφημένη μέσα στη λογοτεχνία, πάρα σε οποιοδήποτε άλλο επιστημονικό ή αμιγώς φιλοσοφικό σύγγραμμα.
Σε ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σου και για την υπέροχη συνέντευξη! Καλοτάξιδα τα βιβλία σου!!
Σε ευχαριστώ κι εγώ με τη σειρά μου και εύχομαι καλή επιτυχία στο ιστολόγιό σου.
Comments